27/10/12 0 σκέψεις

Η βία στις 2.45



«Με χτύπησε στις 2.45». Έφερα τα δάχτυλά μου στο κεφάλι. Χώρισα τα μαλλιά σε δυο μαύρα ποτάμια, το ένα να ακουμπά το δεξιό μου ώμο, το άλλο τον αριστερό. Τα ένωσα σε ένα χείμαρρο κάτω από το λαιμό μου. Στενός φιόγκος από σκληρές τρίχες. Σήκωσα το ακουστικό. Τηλεφώνησα στους όλους μου. Κανείς δεν είχε να μου πει μια ευχάριστη ιστορία. Έκοψα το καλώδιο και έμεινα να κοιτάζω έξω από το παράθυρο. Με το ένα χέρι χτένιζα τα μαύρα ποτάμια και με το άλλο πάσχιζα να πιάσω το είδωλο του ματιού μου στο βρεγμένο τζάμι. Δεν μπόρεσα. Μόνο χτυπούσα τα νύχια μου στη λεία επιφάνεια κι ακουγόταν ένας θόρυβος σαν φρένο της τελευταίας στιγμής.

«Συνέχισε να με χτυπά δίχως έλεος». Κοίταξα κάτω στο δρόμο. Είδα στρατιώτες να προστατεύουν ένα πτώμα από την ίδια του τη σήψη. Ένιωθαν περηφάνια, έκαναν το καθήκον τους. Ήθελα να φωνάξω, να τους πω ότι αν δεν το αφήσουν να βρωμίσει, δε θα καταλάβουν ποτέ πόσο σάπιο γεννήθηκε. Φοβήθηκα. Η πραγματικότητα εξακολουθούσε να μου ρίχνει τσιμπιές στο μυαλό κι εκείνοι ήταν υπνωτισμένοι από μια φαντασίωση που τους χάιδευε το μάγουλο και τον κώλο.

«Θα με χτυπά για πάντα, αν δεν τον/την/το σταματήσω». Άνοιξα το παράθυρο. Στάθηκα στο χείλος της τρύπας που ‘χα για μπαλκόνι. Περίμενα να ευθυγραμμιστεί το άνοιγμα του σώματός μου με την υπόσταση του πτώματος. Πήδηξα. Το διέλυσα, διαλύθηκα κι εγώ μαζί του.

Ήρθε η σήψη και για τους δυο μας.

Μάντεψε ποια αποσύνθεση βρώμισε λιγότερο.

*Κείμενο με αφορμή την παράσταση «Με χτύπησε στις 2.45», που παρουσιάστηκε από την Πειραματική Σκηνή της «Τέχνης» στο δημοτικό θέατρο «'Ανετον», στο πλαίσιο των 47ων Δημητρίων (23 - 25 Οκτωβρίου 2012). Ένα έργο επικεντρωμένο στην κακοποίηση των γυναικών και την ενδοοικογενειακή βία, που εγείρει συζητήσεις για κάθε μορφή βίας. Ακόμη και από εκείνη που προέρχεται από τα δρακόντεια μέτρα ασφαλείας προσώπων που κανένα ρόλο δεν έχουν πια στο κάδρο της Θεσσαλονίκης του 2012.

21/10/12 0 σκέψεις

Chinese take - away / Η αγελάδα που έπεσε από τον ουρανό (2012)



*της Κικής Μουστακίδου

Αυτό το αργεντίνικο χάρμα οφθαλμών με τον μακρόσυρτο τίτλο είναι μια ταινία που προσφέρει γέλιο, συγκίνηση και έναν υπόγειο προβληματισμό για την ίδια τη ζωή σε γενναίες και κυρίως, ανόθευτες δόσεις. Στη μεγάλη οθόνη ζωντανεύει η ιστορία του Ρομπέρτο (Ρικάρντο Ντάριν), ενός μοναχικού και γκρινιάρη εργένη, του οποίου η ρουτίνα διαταράσσεται όταν μπαίνει στη ζωή του τυχαία ο Τζουν (Ιγκνάσιο Χουάνγκ), ένας Κινέζος που δε γνωρίζει ούτε μια λέξη στα ισπανικά. Το παράξενο ζευγάρι, που δυσκολεύεται να συμβιώσει αρμονικά, έχει μονάχα ένα κοινό σημείο και το μαθαίνει στο τέλος της ολιγοήμερης περιπέτειάς του: ο ένας συλλέγει περίεργες ειδήσεις που έχουν τραγική κατάληξη, κι ο άλλος έχει υπάρξει πρωταγωνιστής σε μία από αυτές.

Η ταινία βλέπεται ευχάριστα και συνδυάζει το διαρκές μειδίαμα με σχόλια επάνω στη μοναξιά, το παράλογο νόημα της ζωής και την ίδια την αγάπη, που κυλά σε λανθάνουσα μορφή σε κάθε ανθρώπινη φλέβα κι ενεργοποιείται και στις πιο αναπάντεχες σχέσεις. Οι δύο πρωταγωνιστές έχουν εξαιρετική χημεία μεταξύ τους και απογειώνουν τις σκηνές με τις συνεννοήσεις τους στη γλώσσα του σώματος και της συνήθειας. Επίσης, είναι ένα έργο που βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, πράγμα που επιτείνει τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στην πραγματικότητα και την τέχνη του κινηματογράφου μέσα από ανορθόδοξα μονοπάτια. Ταυτόχρονα, η ταινία προβάλλεται στη χώρα μας την πλέον κατάλληλη περίοδο, με το μεταναστευτικό ζήτημα να θεωρείται από πολλούς μια αγελάδα που έπεσε από τον ουρανό και την αργεντίνικη παραγωγή να δηλώνει ευθαρσώς πως «όλα γίνονται για κάποιο λόγο», ακόμα και όταν συναντιέται ένας Ισπανόφωνος με έναν Κινέζο εντελώς ξαφνικά.  

*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Φιλμ Νουάρ», 18.10.2012
9/10/12 0 σκέψεις

Cosmopolis (2012)



Είναι μερικές ταινίες που, όσο και να θέλεις να τις υποστηρίξεις επειδή ακουμπούν σε σύγχρονους προβληματισμούς, δεν σου επιτρέπουν να το κάνεις. Το φιλμ του Κρόνενμπεργκ ανήκει σε αυτήν την κατηγορία, πράγμα πολύ λυπηρό για μια προσπάθεια που μοιάζει εναρμονισμένη χρονικά με την εποχή της αλλά ταυτόχρονα, απέχει από τη σωστή εφαρμογή της τέχνης που υπηρετεί. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι η ταινία φέρνει στην επιφάνεια την παρακμή του καπιταλισμού, όπως αυτή συντελείται σήμερα, δίχως όμως να ακολουθεί μια ολοκληρωμένη νοηματική διαδρομή ώστε να την αναδείξει στο έπακρο.

Ο φακός ορίζει ως πρωταγωνιστή τον Έρικ Πάρκερ (Ρόμπερτ Πάτινσον), έναν νεαρό δισεκατομμυριούχο, ο οποίος στο δρόμο για το τακτικό ραντεβού του στο κουρείο, έρχεται αντιμέτωπος με την κατάρρευση της οικονομικής παντοδυναμίας του καθώς και με μια πρωτοφανή κοινωνική έκρηξη. Το μεγαλύτερο μέρος της αφήγησης εκτυλίσσεται στη θωρακισμένη λιμουζίνα του αντί – ήρωα με απουσία εξωτερικών ήχων, ατμόσφαιρα που συμβολίζει ιδανικά τον εξατομικευμένο χαρακτήρα του κεφαλαίου.

Ωστόσο, ο σκηνοθέτης δείχνει να εντυπωσιάζεται από τις κοινωνικοοικονομικές αναγνώσεις που τοποθετεί ως φράσεις στα χείλη των ηθοποιών του (η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Ντον Ντελίλο) και έτσι, επιχειρώντας να μιλήσει για τα πάντα, μονάχα ψιθυρίζει για αυτά. Πολύ κακή είναι και η επιλογή του Ρόμπερτ Πάτινσον σε έναν τόσο απαιτητικό ρόλο, με τον χλωμό, μονίμως ανέκφραστο αγαπημένο των εφήβων να δίνει ρεσιτάλ αδιάφορης ερμηνείας. Γενικότερα, το «Cosmopolis» θα σου γεννήσει την επιθυμία να γνωρίσεις περισσότερο τον συγγραφέα του παρά τον σκηνοθέτη του και να συγκρατήσεις τσιτάτα όπως το παρακάτω: «Ο χρόνος είναι πια ένα εταιρικό περιουσιακό στοιχείο».    

*Η φωτογραφία δεν επιλέχθηκε τυχαία..                                                                   

7/10/12 0 σκέψεις

Ρήτρα αντικατάστασης.



«Από μακριά χαμηλώνει τη λάμπα 
μετακινεί τις καρέκλες 
χωρίς να τις αγγίζει
κουράζεται 
βγάζει το καπέλο του και αερίζεται
ύστερα με μια κίνηση συρτή 
βγάζει τρία τραπουλόχαρτα δίπλα απ' τ' αυτί του
διαλύει ένα πράσινο παυσίπονο αστέρι σ' ένα ποτήρι νερό 
αναδεύοντάς το μ' ένα ασημένιο κουταλάκι
πίνει το νερό και το κουτάλι
γίνεται διάφανος
φαίνεται μες στο στήθος του να πλέει ένα χρυσόψαρο
ύστερα γέρνει κατάκοπος στον καναπέ και κλείνει τα μάτια του·
«Έχω ένα πουλί μες στο κεφάλι μου», λέει,
«δεν μπορώ να το βγάλω».

Οι σκιές δυο μεγάλων φτερών γεμίζουν το δωμάτιο».

Γ. Ρίτσος
Σχεδόν ταχυδακτυλουργός
«Μαρτυρίες» (1963)

 
;